Τα αναπάντεχα μυστικά της καθημερινότητας
Γεννημένη το 1931 στο Οντάριο του Καναδά, από πατέρα αγρότη και μητέρα δασκάλα, η Άλις Μονρό (Alice Munro) έκανε πέρσι με τους τίτλους των βιβλίων της τον γύρο της υφηλίου, κερδίζοντας το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η Σουηδική Ακαδημία χαρακτήρισε τη Μονρό «Τσέχοφ του Καναδά», επαινώντας τη διηγηματογραφία της για τη δύναμή της να αποκαλύπτει κάτω από τις ακύμαντες καθημερινές επιφάνειες τα πιο αναπάντεχα μυστικά. Τις διαπιστώσεις της Σουηδικής Ακαδημίας επιβεβαιώνει το βιβλίο της Μονρό «Ακριβή μου ζωή», που κυκλοφόρησε προ ολίγων ημερών από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Σοφίας Σκουλικάρη. Η «Ακριβή μου ζωή» δημοσιεύτηκε το 2013 στα αγγλικά και αποτελεί μια περιπλάνηση στα αγροτικά τοπία και τις μικρές, επαρχιακές πόλεις του Καναδά κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ή και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων. Τα διηγήματα της Μονρό φτάνουν μέχρι και τη δεκαετία του 1930, με πολλούς υπαινιγμούς για την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, όταν ο αγροτικός Καναδάς υπέφερε από το φάσμα της φτώχιας και ο αγώνας για την επιβίωση βρισκόταν στην ημερησία διάταξη.
Ο πόλεμος, όμως, και οι οικονομικές δυσκολίες αποτελούν μόνο το φόντο των διηγημάτων της Μονρό γιατί εκείνες που αναλαμβάνουν στην πραγματικότητα πρωταγωνιστικό ρόλο στις σελίδες της είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Τα πρόσωπά της είναι πρόσωπα που ενώ δεν μπορούν να αποσπαστούν από το κάδρο της καθημερινότητας, παραμένοντας εγκλωβισμένα στις βιοτικές τους μέριμνες, καταφέρνουν παρ’ όλα αυτά να αποκτήσουν μιαν ισχυρή ατομικότητα, αναδεικνύοντας βαθμιαία ποικίλες κρυφές πτυχές του ψυχισμού τους. Το διήγημα αποδεικνύεται ο χώρος εντός του οποίου αναπνέει κατά τον φυσικότερο τρόπο ως συγγραφέας η Μονρό: λεπτές φέτες καθημερινής διαβίωσης φωτισμένες με ένα παράξενο φως, που θα προικίσει το χειροπιαστό και το οικείο με ένα ακανόνιστο έως και αλλόκοτο στοιχείο, αντλημένο από τα αδιάγνωστα βάθη της ύπαρξης.
Ποιοι ακριβώς είναι, ωστόσο, οι ήρωες των διηγημάτων της «Ακριβής μου ζωής»; Ποιες είναι οι επιλογές τους και ποιους κινδύνους εγκυμονούν; Έχουμε εδώ ένα σύνολο που περιλαμβάνει τις πιο διαφορετικές περιπτώσεις. Μια νεαρή μάνα που θα εγκαταλείψει, έστω και για λίγο, το σπλάχνο της στην κουκέτα του τρένου προκειμένου να συνευρεθεί με έναν τυχαίο εραστή. Ένας γιατρός που θα σπεύσει να απομακρυνθεί πανικόβλητος από την υπόσχεσή του για γάμο. Μια γυναίκα που θα αργοσβήσει μέσα στο νοσοκομείο ύστερα από την απόφασή της να ζήσει με έναν άντρα ο οποίος δεν θα είναι ο σύζυγός της. Ένας άλλος γιατρός που δεν θα ανεχθεί κανέναν μουσαφίρη στο σπίτι του. Ένας ανάπηρος που θα αρνηθεί ευγενικά να τον λυπηθούν για την αναπηρία του. Μια ηλικιωμένη που θα τρομοκρατηθεί μπροστά στα πρώτα συμπτώματα απώλειας της μνήμης της. Ένα γεροντικό ζευγάρι που ενώ σκέφτεται την αυτοκτονία, θα παθιαστεί ξαφνικά από την ερωτική ζήλεια ή ένα άλλο ζευγάρι, παράνομο αυτό, που θα δει τον εκβιαστή του να πεθαίνει χωρίς κανέναν εμφανή λόγο. Αλλά κι ένα κορίτσι (το κορίτσι που ήταν η Μονρό στην παιδική και την εφηβική της ηλικία) έτοιμο να θρηνήσει για τον θάνατο της υπηρεσίας του σπιτιού, να στραγγαλίσει τη μικρότερη αδελφή του, να κλάψει για την ελευθεριάζουσα ομορφιά μιας τοπικής γόησσας ή να απορήσει με μια σαλεμένη γειτόνισσα η οποία πολιορκεί το οικογενειακό του άβατο.
Κανένας από τους ήρωες της Μονρό δεν διαπράττει όντως το Κακό και κανένας επίσης δεν καταλήγει θύμα του οποιουδήποτε καταστροφικού δράματος. Παρακολουθώντας το ξετύλιγμα του βίου των πρωταγωνιστών της, ο οποίος κινείται στο σύνορο μεταξύ φύσης και πολιτισμού και μπορεί συχνά να καλύπτει τον χρόνο μιας ολόκληρης ζωής, που δεν είναι άλλος από τον χρόνο του μυθιστορήματος, διακρίνουμε μόνο αντανακλάσεις: πράγματα που θα μπορούσε να έχουν συμβεί, αλλά απετράπησαν την εσχάτη ώρα, αφήνοντας πίσω τους την αίσθηση της λύτρωσης ή, το πολύ, μιας σιωπηλής ματαίωσης χωρίς καμία περαιτέρω συνέπεια. Η σοφία ενός κόσμου που ξέρει πώς να μην γκρεμίσει τα θεμέλιά του ακόμα κι αν τα έχει ακούσει να τρίζουν απειλητικά κατ’ επανάληψη.