Αν υπάρχουν άνθρωποι που αμφισβητούν τις φρικαλεότητες του Ολοκαυτώματος, αν υπάρχουν κάποιοι που βρίσκουν βολική τη σκέψη ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν ήταν κόλαση ακριβώς, αν, τέλος, υπάρχουν κάποιοι που προτιμούν να μη γνωρίζουν τι συνέβη, πρέπει να διαβάσουν το βιβλίο Η νύχτα του Ελί Βιζέλ. Το βιβλίο είναι μία από τις πιο συνταρακτικές μαρτυρίες που έχουν γραφτεί για τη γενοκτονία εκατομμυρίων Εβραίων κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης συγγραφέας, που μαζί με την οικογένειά του είχε σταλεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης σε ηλικία δώδεκα μόλις ετών, κατορθώνει μέσα στις 166 μόλις σελίδες ενός «σφικτού» κειμένου, να προκαλέσει στον αναγνώστη την ισχυρή εκείνη συνειδησιακή φόρτιση που δεν απευθύνεται στο συναίσθημα αλλά στο πνεύμα. Στο πνεύμα της ελευθερίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, του αυτοσεβασμού και του ανθρωπισμού που βρίσκονται στις βάσεις του δυτικού πολιτισμού.
Ένα βιβλίο που δεν στοχεύει να δημιουργήσει συμπάθεια, συμπαράσταση, κατανόηση, αλληλεγγύη, αλλά οδύνη, σκέψη, προβληματισμό και αντίσταση στον ανθρώπινο εξευτελισμό, στην αποκτήνωση, στις σκοτεινές δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής, που όταν απελευθερωθούν σαρώνουν τα πάντα. Για να δημιουργήσει αυτό το αποτέλεσμα το κείμενο του Βιζέλ δεν υποκύπτει σε μια τρομολαγνική διάθεση. Οι σκηνές βίας υπάρχουν φυσικά, αλλά δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο του έργου, το οποίο στην ουσία τις χρησιμοποιεί για να θέσει σε εγρήγορση τον αναγνώστη. Εκείνο που κυριαρχεί στο κείμενο είναι μια ισχυρή συνειδησιακή σύγκρουση ανάμεσα στα ανθρωπιστικά ιδεώδη και στο αίσθημα αξιοπρέπειας του ίδιου του συγγραφέα και στη βάναυση καταρράκωσή τους από το πανίσχυρο ένστικτο αυτοσυντήρησης, το οποίο αφύπνισαν οι αγριότητες των στρατοπέδων.