×

Your cart is empty.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Subtotal:
{{order.discounted_cost}}
Promotion Discount:
{{order.promo_discount}}
Coupon Discount:
{{order.extra_discount}}
Shipping Cost:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
TOTAL:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ MY ADDRESSES ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
EBOOK
10%
BOOK

Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα

EBOOK
10%
BOOK

Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα

Άρης Αλεξανδρής
Πεζογραφία
978-618-03-3329-9
272
2022-11-10
Available
Ένα σύγχρονο bildungsroman, η πορεία ενηλικίωσης ενός νεαρού που θέλει να ξεφύγει από τους περιορισμούς της μικρής πόλης και να δρέψει τους καρπούς της πρωτεύουσας. Όμως, όσο περισσότερο εξερευνά τη νέα του ζωή, τόσο δυσκολότερη μοιάζει να γίνεται.

Περιγραφή βιβλίου

Μόλις τελείωσε το σχολείο, ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής ήξερε ότι ήθελε να ξεφύγει: από την Κομοτηνή, μία πόλη που αποτελείται «από μία πλατεία και ένα σιντριβάνι»· από τη μητέρα του, που όλη την ώρα καθάριζε ένα σπίτι με παλιά και βαριά έπιπλα· από τον πατέρα του, που το μυαλό του βρισκόταν συνέχεια σε ένα γελοίο μαγαζί με καλτσόνε· από μία βαρετή ζωή. Γι' αυτό και όταν επιτέλους μετακόμισε στην Αθήνα, ο Ιγνάτιος αποφάσισε να γίνει ένας άλλος άνθρωπος. Ως φοιτητής πια, είναι πρωτόγνωρα χαρούμενος. Όλα τού φαίνονται «τρελά» και τα απολαμβάνει αχόρταγα. Όμως, όσο περισσότερο εξερευνά ο Ιγνάτιος τη νέα του ζωή, τόσο δυσκολότερη μοιάζει να γίνεται. Η νέα του φίλη, η Βιργινία, είναι πλασμένη από αλλόκοτα υλικά. Γιατί, ο κύριος Μαρκέζε; Πολύ περίεργη περίπτωση εργοδότη. Για να μη μιλήσουμε για τον κύριο Γόπα: ο άνθρωπος θέλει συνέχεια κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο! Ο Ιγνάτιος δεν θέλει με τίποτα να αποτύχει η νέα του ζωή στην Αθήνα. Προσπαθώντας όμως να εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες, εξαντλείται ο ίδιος. Και καθώς βλέπει τον εαυτό του να αλλάζει μέσα σε έναν αχανή ψηφιακό κόσμο όπου όλα είναι πιθανά, μαθαίνει από πρώτο χέρι τι θα πει να χάνεις τα πάντα.

Πληροφορίες

  • Άρης Αλεξανδρής
  • 978-618-03-3329-9
  • 272
  • 2022-11-10
  • 14 x 20,5
  • Soft

Σχόλια

Κριτικές...

Γιάννης Ν. Μπασκόζος, Ο Αναγνώστης, 12/1/2023

Ο Ιγνάτιος είναι ένας ανήσυχος αλλά και προβληματικός νέος που μεγαλώνει σε ένα ασφυκτικό οικογενειακό περιβάλλον της Κομοτηνής. Όνειρό του, που συμμερίζεται και η φίλη του Κορνηλία, να απελευθερωθεί από τα δεσμά του. Η Αθήνα και η σχολή ΜΜΕ, στην οποία περνούν και οι δύο δίνοντας Πανελλαδικές, είναι η χώρα της επαγγελίας. Η Κορνηλία θα ακολουθήσει τον δρόμο της συνεπούς φοιτήτριας. Ο Ιγνάτιος θα γνωρίσει τη Βιργινία που θα τον μυήσει στον έρωτα και θα τον εισαγάγει σε τρελές καταστάσεις, όπως να μπαίνουν σε αδειανά σπίτια και να κάνουν έρωτα. Ο Ιγνάτιος θα προσληφθεί σε χιπστεράδικο περιοδικό όπου το χιούμορ σε συνδυασμό με τον χαβαλέ που τον διακρίνει θα τον αναδείξει σε συντάκτη πρώτης γραμμής. Θα απολυθεί και θα βρει δουλειά σε ένα κίτρινο έντυπο, όπου  και εκεί θα διαπρέψει. Μια αστοχία του, θα οδηγήσει σε έναν ακούσιο θάνατο και θα ανατρέψει την άνοδό του. Είναι η αρχή της κατηφόρας του. Τίποτα δεν θα πάει καλά στη συνέχεια. Η ιστορία του Ιγνάτιου, ενός αφελούς αλλά και ευφυούς νέου που ακολουθεί τις εξελίξεις στη ζωή του σαν ψάρι στο ρεύμα του ποταμού, διαβάζεται ευχάριστα, κυρίως λόγω του διαβρωτικού χιούμορ του συγγραφέα. Μέσα από τα φοιτητικά χρόνια του Ιγνάτιου περνά η παθογένεια των ΜΜΕ, η ρηχότητα των κοινωνικών δικτύων και η διαφθορά του πολιτικού σκηνικού. Όμως η ιστορία αφορά τον αφελή-έξυπνο  Ιγνάτιο, τον οποίο ο συγγραφέας διαγράφει με εξαιρετική διαφάνεια ως ένα ανθρωπότυπο των καιρών μας.

Γιώργος Ν. Περαντωνάκης, BOOK PRESS, 12/1/2023

Αξίζει να προσέξουμε τον δημοσιογράφο Άρη Αλεξανδρή, καταρχάς για το ύφος που έχει προσδώσει στον αφηγητή του. Ο νεαρός Ιγνάτιος, έφηβος στην αρχή, εικοσάρης και κάτι αργότερα, χρησιμοποιεί μια απλή αφηγηματική γλώσσα, η οποία ωστόσο νοτίζεται από ελαφριά ειρωνεία, νεανική μαγκιά, αφελή αλλά και ειλικρινή, που αποκαλύπτει αλήθειες, σχολιάζοντας τόσο όσα συμβαίνουν γύρω του όσο και αυτά που ο ίδιος σκέφτεται και κάνει· πρόκειται για ένα αυτοειρωνικό γελάκι και μια νεανική τόλμη, χωρίς προκλήσεις κι επιθετικότητα.
Όλη η ζωή του πρωταγωνιστή κινείται –κι αυτό έχει τη σημασία του για την εξέλιξή της– στο «ανάμεσα», στο «περίπου» και στο τραμπάλισμα μεταξύ της μίας κατάστασης και της άλλης, χωρίς να κάθεται η μπίλια ξεκάθαρα στο μαύρο ή στο κόκκινο. Ο πατέρας του είχε μια οικογενειακή επιχείρηση στην Κομοτηνή, τον «Γλυκούλη», που δεν είχε ωστόσο γλυκά, ο ίδιος ο Ιγνάτιος θέλει και δεν θέλει να σπουδάσει, βρίσκει τον εαυτό του στα γήπεδα της δημοσιογραφίας, όχι ακριβώς επειδή αυτό ήταν ανέκαθεν ο στόχος της ζωής του, τα έχει και δεν τα έχει με τη Βιργινία, με την οποία εισβάλλει κρυφά σε ξένα σπίτια και για λίγο ζει μέσα τους, δουλεύει στο «Κουμάντο», εφημερίδα η οποία κάνει κάτι μεταξύ δημοσιογραφίας και κανιβαλισμού, με μότο του αρχισυντάκτη της το «Μια καλή είδηση είναι προτιμότερη από δυο καθαρά χέρια».
Το ύφος που ντύνει την αφήγηση αλλά και η αφήγηση του Ιγνάτιου που εκφράζεται με το συγκεκριμένο ύφος σχολιάζει την ίδια τη δημοσιογραφία στην εποχή του διαδικτύου. Ο δημοσιογράφος, αυτό το υβριδικό είδος, προσπαθεί να συνδυάσει την αλήθεια με την αναγνωσιμότητα ή τη θεαματικότητα, να ερευνήσει αλλά και να κατασκευάσει, να αποκαλύψει αλλά και να καυτηριάσει, να χρησιμοποιήσει τη γλώσσα για να αποδώσει την όποια πραγματικότητα και ταυτόχρονα να ρίξει αίμα σε μια θάλασσα καρχαριών που παραμονεύουν. Είναι ένα πλάσμα, που, αν δεν είναι αδίστακτο, είναι σημαδούρα την οποία παρασέρνουν οι άνεμοι του ανταγωνισμού, της δημοφιλίας, της αιμοδιψούς έρευνας. Ναι μεν γράφει επώνυμα άρθρα, αλλά συνάμα με ψευδώνυμους λογαριασμούς στο twitter προκαλεί ντόρο, σπιλώνει ζωές, διεξάγει ψευδείς διαλόγους, στήνει σενάρια, αναμοχλεύει πάθη.
Το vivere pericolosamente, ή μάλλον το scrivere pericolosamente, δεν είναι ρίσκο μόνο για τα θύματα της γραφής, όπως τον Υπουργό Παιδείας, αλλά και για τον ίδιο τον δημοσιογράφο, ο οποίος στην αρχή ενεργοποιείται σαν νάρκη κι έπειτα απενεργοποιείται –αφού έχει κάνει τη δουλειά του, μέσα και έξω από το ηθικό σύστημα που τον οιστρηλάτησε– και τελικά πετάγεται στο περιθώριο.
Ο Άρης Αλεξανδρής χρησιμοποιεί ζεστά υλικά της τρέχουσας επικαιρότητας, από τη σελέμπριτι με τα φρύδια και τα κέντρα ψυχοθεραπείας ώς την ωμοφαγία στα κανάλια, για να αναδείξει το πρόσωπο της «σηπόμενης» δημοσιογραφίας αλλά και της υποκριτικής κοινωνίας. Το θέαμα που γίνεται αίμα, η σπίλωση και η ηθική, η κινούμενη άμμος μεταξύ του ευπρεπούς και του επιτυχούς είναι η ρουλέτα του σύγχρονου Έλληνα.

Ζωή Καραμήτρου, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής, 4/12/2022
«Ο φοιτητής δημοσιογραφίας και η ζαριά που τον κατέστρεψε»

Ανάλαφρα και γελαστά, ο Αλεξανδρής θέτει καίρια ζητήματα της πραγματικότητάς μας, για να αποδομήσει τη σοβαροφάνεια και το δήθεν του κόσμου της ενημέρωσης. Και να περιγράψει την ύβριν, την άτιν, την νέμεσιν. 

Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Μάνος Κοντολέων, Fractal, 18/1/2023
«Επιστρατεύοντας τη σάτιρα»

Μια φρέσκια, νέα παρουσία στη σύγχρονη λογοτεχνία μας που αξίζει να την προσέξουμε.

Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

BOOK PRESS, 25/1/2023
Αλέξανδρος Ζωγραφάκης, ΙΣΤΟΣ, 19/11/2022
«Ο χρήσιμος ηλίθιος»
Αριάδνη-Παναγιώτα Φατσή, OFFLINE POST, 27/1/2023

Η αφήγηση που ξεκινά σαν ένα παραμύθι ενηλικίωσης, σύντομα δείχνει ένα διαφορετικό, πιο σκοτεινό πρόσωπο, το οποίο, όμως, κάνει τον αναγνώστη να γυρνά τις σελίδες ταχύτατα, για να μάθει την εξέλιξη της ιστορίας.

Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Λίνα Πανταλέων, «Κάπως χάλια», Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής, 25/2/2023

Είναι προφανές ότι ο πρωτοεμφανιζόμενος Αλεξανδρής έχει δουλέψει προσεκτικά τη γλώσσα, την οποία χειρίζεται εξαιρετικά. Φαινομενικά απλή, προφορική και ιλαρή, έχει μελετηθεί στη λεπτομέρειά της, κάτι που μαρτυρούν τα σημεία αυτοαναφορικότητας, όταν η ίδια η γραφή γελάει με τις λεκτικές επιλογές της.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Συνέντευξη στην Ειρήνη Μωραΐτη, monopoli.gr, 15/3/2023

«Βρίσκω πολύ σοβαρή υπόθεση το χιούμορ, ενώ θεωρώ τη σοβαρότητα κενή αν δεν περιέχει το χιούμορ και αυτό το σκεπτικό αντικατοπτρίζεται και στο μυθιστόρημά μου. Οπότε ναι, μου είναι απαραίτητα και τα δύο για να επιβιώσω, αν και ομολογώ πως όσο μεγαλώνω γελάω όλο και λιγότερο. Ή χάνω το χιούμορ μου ή ο κόσμος χάνει προοδευτικά την αστειότητά του».
Συνέντευξη