Αυτές τις μέρες, κρατάμε στα χέρια μας κάτι το καινούριο, το ουσιαστικό και το βαρύτιμο. Είναι μια νέα έκδοση του ελληνόγλωσσου έργου του Σολωμού, φροντισμένη από τον Δημήτρη Δημηρούλη. Γιατί όμως –εύλογο το ερώτημα- μια ακόμη έκδοση του Σολωμού; Ποια δικά μας αναγνωστικά κενά θα συμπληρώσει; Πάσχουμε από σολωμική ένδεια; […]
Οι εκδόσεις, λοιπόν, δεν μας έλειψαν. Μας έλειπε όμως η ευανάγνωστη και η προσελκύουσα έκδοση: η μία, η φιλική και η οικεία στον αναγνώστη, η άμεσα προσβάσιμη στο ευρύ κοινό, που δεν προκαλεί άπωση στην αναγνωστική όραση. Τώρα, βέβαια, αυτό το κενό, αυτό το εκδοτικό έλλειμμα, το υπερκαλύπτει, νομίζω, η πρόσφατη δουλειά του Δ. Δημηρούλη. Είναι η έκδοση που συνδυάζει και εναρμονίζει τα φαινομενικά αντίμαχα: δηλαδή είναι χρηστική και ταυτόχρονα φιλολογική. Να το διατυπώσω καλύτερα και περισσότερο αναλυτικά: ενώ είναι χρηστική, διαθέτει δηλαδή το σημαντικό εύσημο της ευαναγνωσίας, ταυτόχρονα διαθέτει και κοσμείται από τον μετρημένο, τον καλοζυγισμένο, τον ισόρροπο και τον σύμμετρο φιλολογικό και ευρύτερο σχολιασμό. […]
Η πρόσφατη, λοιπόν, έκδοση του Σολωμού από τον Δ. Δημηρούλη, 150 χρόνια απ’ το θάνατο του ποιητή, έχει όλα τα διακριτικά στοιχεία που σημειώσαμε και απέφυγε έντεχνα το βαρύ φορτίο του άκρατου και κουραστικού φιλολογισμού. […]
Η έκδοση, ως παρουσίαση, διάταξη και ροή, κειμένων […] επιφυλάσσει και συντηρεί άμεση, έκτυπη και ζωντανή την προσδοκία της αναγνωστικής απόλαυσης. Οι σολωμικές παραλλαγές, στοιχείο που ενδεχομένως θα δυσκόλευε την απρόσκοπτη ροή της ανάγνωσης, τοποθετούνται στο τέλος του έργου στο οποίο οργανικά ανήκουν. […]
Δε θα σταθώ πολύ στην πολυσέλιδη και μεστή εισαγωγή-μελέτη, που έχει προτάξει στην έκδοσή του ο Δ. Δημηρούλης. Ο πρωταρχικός λόγος είναι ένας: φοβάμαι ότι μάλλον θα την αδικήσω. Σε περιπτώσεις τέτοιων κειμένων, αυτά που νιώθει και εισπράττει η ασκημένη όραση ενός αναγνώστη δε μεταφέρονται εύκολα. Μπορώ, πάντως, ως μια γενική αίσθηση και εντύπωση, να σημειώσω τούτο: για μένα, για τα δικά μου μέτρα και σύμφωνα με τα πιο αυστηρά κριτήρια, η Εισαγωγή λειτουργεί ως κανόνας, δηλαδή ως υπόδειγμα χυμώδους λόγου∙ ως τεκμήριο πληθωρικής φιλολογικής ενημέρωσης∙ ως πρότυπο για το τι σημαίνει οργανωμένη και σύμμετρη δόμηση και οργάνωση εισαγωγικού-φιλολογικού κειμένου.
Θα ήθελα ακόμη, προκειμένου να δώσω μιαν, έστω και κάπως αόριστη, πρόγευση από το πνεύμα και την ουσία της Εισαγωγής, να σημειώσω και τα εξής: πρόκειται για μια γραφή που παρουσιάζει το χαρακτηριστικό και την αρετή της εμπεριστατωμένης κειμενικής πληρότητας∙ δεύτερον, πιστεύω ότι η Εισαγωγή είναι ένα από τα αρτιότερα κείμενα που γράφτηκαν για τον Σολωμό∙ τρίτον, έχει τρεις έντονες προεξοχές που λειτουργούν ως μέγιστα εύσημα: είναι γραφή συγγραφικής ευστοχίας, γραφή συγγραφικής τόλμης και, τέλος, είναι η γραφή των ωραίων ελληνικών. […]
[ο Δ. Δημηρούλης] μας έδωσε έναν ευανάγνωστο Σολωμό, ξέροντας όμως πολύ καλά ότι αυτός ο ποιητής εκδοτικά δεν απογυμνώνεται∙ η χρηστικότητα της έκδοσης συνακολουθείται πάντα από την αναγκαία, τη σύμμετρη και την εύπεπτη φιλολογική ένδυση. Και για να μιμηθώ τον Δημηρούλη που στην Εισαγωγή του κάνει ένα εύστοχο παιχνίδι με δύο σολωμικές λέξεις, να κλείσω με τούτο: η γραφή –του Δημηρούλη εννοώ- έχει τη δική της πάντα «όψη» και τη δική της «κόψη». Διαβάζοντας το βιβλίο, εύκολα θα βρούμε και την όψη και την κόψη της γραφής του.