Ποιος μπορεί να ψέξει τον Πολ Όστερ για σιγασμένη φαντασία; Ας ξεκινάει ένα μυθιστόρημα από το οικείο Μανχάταν. Αν περιδιαβάζουν οι ήρωές του τους γνωστούς δρόμους και παράδρομους της Νέας Υόρκης –έχει τον τρόπο να μεταφέρει τη δράση στα βάθη της Δύσης, στην άκρη του Ειρηνικού– ακόμη και στο φεγγάρι. Με τέτοιο τρόπο μάλιστα που καθίσταται αυτή η μετοίκηση φυσιολογική και λογικοφανής.
Το «Παλάτι του Φεγγαριού» είναι ένα τυπικό μυθιστόρημα «Οστερικής» πρακτικής. Παραθέτει και αναπτύσσει όλες τις «προβληματικές» του συγγραφέα που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε βιβλίο του, μόνο που προσθέτει και την αέναη κίνηση, το ταξίδι και τη μετάβαση με έναν τρόπο άλλοτε σπαραχτικής δριμύτητας, έτσι που το τραγούδι του ταξιδιώτη να ακούγεται σαν κρημνώδης ωδή κι άλλο με τον ρομαντισμό του πιονιέρου που ψάλλει το φλεγματικό του άσμα στα έρημα όρη και πεδιάδες της χώρας.
Ήρωας είναι ο Μάρκο Φογκ. Σαν να λέμε όταν ο Μάρκο Πόλο συνάντησε τον Φιλέα Φογκ. Ευθύς εξαρχής ο ήρωας δηλώνει την καταγωγική του σχέση με τον πλάνητα βίο. Κι όντως, έτσι συμβαίνει. Μόνος, κατάμονος, ο Μάρκο δεν έχει ρίζες και μέλλον. Τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ, η μητέρα του σκοτώθηκε νωρίς σε ατύχημα και ο μοναδικός θείος που του απέμεινε, έφυγε για περιοδεία με το μουσικό συγκρότημα στο οποίο μετείχε. Λίγα χρόνια μετά πεθαίνει κι αυτός και πλέον ο Μάρκο βρίσκεται σαν την καλαμιά στον κάμπο των ΗΠΑ. Η μοναδική περιουσία που διαθέτει είναι το νεανικό του σφρίγος και τα χιλιάδες βιβλία που του άφησε ο θείος του. Ακόμη κι αυτά, όμως, κάποια στιγμή θα σωθούν. Βρισκόμενος στη Ν. Υόρκη, ο Μάρκο θα αντιμετωπίσει το απόλυτο κενό. Γρήγορα τα ελάχιστα χρήματα που έχει θα τελειώσουν, θα αναγκαστεί να «σκοτώσει» όλα τα βιβλία του και φτάνοντας σε αδιέξοδο θα καταλήξει να κοιμάται στο Σέντραλ Παρκ. Από το πλήρες τέλμα τον σώζει ένα κορίτσι, η Κίτι Γου, που τον ερωτεύεται, αλλά ολοένα τη χάνει και τη βρίσκει για να τη χάσει εκ νέου και ένας συμφοιτητής του από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Στο ενδιάμεσο βρίσκει μια άκρως παράξενη εργασία: γίνεται κάτι σαν αναγνώστης βιβλίων ενός παράλυτου άνδρα, του Τόμας Έφινγκ. Μιας μυστηριώδους φιγούρας που κουβαλάει μια εξαίσια συλλογή «σκούρων» συναισθημάτων, αυταρχικότητας και γεροντικής ιδιοτροπίας. Ο Μάρκο αποδέχεται τη δουλειά, αν και τον ξεβολεύει στην αρχή, ωστόσο στη συνέχεια θα αποτελέσει τον βασικό κρίκο στο σχέδιο του Έφινγκ να συγγράψει τη νεκρολογία του, καθώς γνωρίζει πότε ακριβώς θα πεθάνει – ο ίδιος, έτσι και αλλιώς, δεν μπορεί να τη γράψει διότι είναι τυφλός. Ή, τουλάχιστον, έτσι υποθέτουμε. Από εκείνο το σημείο αρχίζει ένα άλλο ταξίδι μέσα στο ταξίδι του Μάρκο. Μια τεχνική που ο Όστερ χρησιμοποιεί συχνά: να ενθέτει δηλαδή τη μια ιστορία μέσα σε μια άλλη (intertextuality). O Έφινγκ αρχίζει να του διηγείται τη δική του ιστορία που είναι ανάλογη ενός τυχοδιώκτη που χρειάστηκε να απαρνηθεί τη ζωή του, το όνομά του, να φτάσει να ζει ωσάν ερημίτης σε μια σπηλιά στην ενδοχώρα των ΗΠΑ, να ζωγραφίζει ακατάπαυστα και τελικά να σκοτώσει μια συμμορία ληστών και να πάρει τη λεία τους. Η τύχη, όμως, του επιφύλασσε κακό παιχνίδι κι έτσι έμεινε παράλυτος. Ο Έφινγκ το μόνο που ζητάει τώρα, λίγο πριν κλείσει τα μάτια του, είναι να μοιράσει τα χρήματά του σε αγνώστους και να βρει ο Μάρκο τον γιο του Έφινγκ και να του εξηγήσει τα πάντα για τον χαμένο πατέρα του. Τι ομοιότητα: ο Μάρκο αναζητεί τον πατέρα του και ο Έφινγκ τον γιο του. Η απώλεια είναι άλλωστε ένα κλασικό μοτίβο στον Όστερ.
Το ταξίδι, όμως, όχι μόνο δεν τελειώνει εδώ, αλλά έχει και κάμποσα άλλα επεισόδια και άπειρες συντεταγμένες. Ο Έφινγκ πεθαίνει, ο Μάρκο ακολουθεί την επιταγή του θανόντος και βρίσκει τον γιο του. Πρόκειται για τον Τζούλιαν Μπάρμπερ, έναν αποτυχημένο Καθηγητή Πανεπιστημίου, υπέρβαρο, παρατημένο από τη ζωή - ένα ράκος πολλών κιλών. Ο Μπάρμπερ ήταν για χρόνια σε αναζήτηση της ζωής του, του πατέρα του, της νεαρής φοιτήτριας που ερωτεύτηκε και έχασε. Γράφει ένα επίσης αποτυχημένο μυθιστόρημα που περιλαμβάνει μια ακόμα περιπλάνηση σε χρόνο και τόπο, κάτι σαν ομοίωμα της δικής του ζωής. Ο Όστερ «μεταφέρει» κομμάτια αυτού του μυθιστορήματος και είναι περιττό να σημειωθεί ότι κάνει σλάλομ με τις λέξεις σαν να ήταν λατινοαμερικάνος μύστης του μαγικού ρεαλισμού. Φυσικά, δεν έχουν ανοίξει ακόμη όλες οι πόρτες, καθώς θα αποδειχθεί ότι ο Μπάρμπερ δεν είναι τίποτα άλλο από πατέρας του Μάρκο και ότι το κορίτσι που έχασε ήταν η μητέρα του. Κεραυνός εν μέσω καταχνιάς. Μόνο που ούτε και ο Μπάρμπερ θα έχει πολλή ζωή. Χάνεται κι αυτός, όπως χάνεται και η Κίτι Γου που μπορεί να μην πεθαίνει, αλλά μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη θα την απομακρύνει ολοκληρωτικά από τον Μάρκο. Τι άλλο μένει στον Μάρκο; Η συνέχεια της περιπλάνησης. Ακόμα και στο φεγγάρι. Να ένα ακόμα στοιχείο που δηλώνεται εξαρχής με τη διττότητά του από τον Όστερ: το φεγγάρι ως σύμβολο, ως όνομα ενός κινέζικου εστιατορίου, ως μέρος του κύκλου της ανθρώπινης εμπειρίας, ως κάτι άφθαστο και ρομαντικά υπερκείμενο.
Το «Παλάτι του Φεγγαριού» είναι οργιώδες και μυστικιστικό. Διαθέτει όλα τα στοιχεία της διαπεραστικής έντασης και της ποιότητας που μόνο ένας παιγνιώδης παραμυθάς μπορεί να γράψει. Κάποιος σαν τον Πολ Όστερ. Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στη Σταυρούλα Αργυροπούλου.