Διονύσης Μαρίνος,
«Οι τέσσερις ημέρες που άλλαξαν ένα νησί», Fractal, 11/5/2016
Κατερίνα Μαλακατέ,
Διαβάζοντας, 12/5/2016
Συζήτηση με τη Θάλεια Καραμολέγκου στην εκπομπή στο "ΚΟΚΚΙΝΟ", 14/5/2016
Τίνα Μανδηλαρά,
«Πόσο πολιτικός οφείλει να είναι ο συγγραφέας;, LIFO, 18/5/2016
Η πρόσφατη έκδοση του βιβλίου του Κωνσταντίνου Τζαμιώτη "Το Πέρασμα" είναι η περίπτωση ενός συγγραφέα που εμπνέεται ακριβώς από το βάρος που οφείλει να έχει η Ιστορία, παρουσιάζοντας έντονους συμβολικούς δεσμούς με τον Λοιμό. Ο συγγραφέας τολμά να πάρει θέση, υφαίνοντας μέσα από τα παραδείγματα των πολλών χαρακτήρων του το χαλί της ανθρώπινης κατάστασης στη σκιά της Ιστορίας και καταγράφοντας τις αναλογίες ανάμεσα στο μικρό και στο καθημερινό, αλλά και στο πολιτικό και στο μεγάλο. Ένα σκάφος γεμάτο πρόσφυγες προσαράζει σε ένα άγνωστο νησί του Αιγαίου και αλλάζει τα πάντα στον τρόπο που αντιλαμβάνονταν οι ντόπιοι τον κόσμο μέχρι τότε. Αν αυτό μοιάζει με ακριβή, σχεδόν παραστατική αντιγραφή όλων όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα, αρκεί κανείς να φανταστεί ότι το βιβλίο γραφόταν τρία χρόνια πριν. Διαθέτοντας ουσιαστικά συγγραφικά αντανακλαστικά, ο Τζαμιώτης έδειξε να αντιλαμβάνεται τα γεγονότα από ένα πολύπλευρο αφηγηματικό πρίσμα πολύ προτού φτάσει η ενιαία και αδυσώπητη αλήθεια να τον συντρίψει (όσο έγραφε το μυθιστόρημα, οι βάρκες βούλιαζαν η μία μετά την άλλη, καθιστώντας το έργο του παράτολμο και παρακινδυνευμένο). Αντί, όμως, να υποκύψει υπό το βάρος της Ιστορίας, αποφάσισε να ρίξει ένα αμεσοδημοκρατικό λίπασμα στις ψυχές που δεν μπορούν να δουν τη δυνατότητα της διατήρησης του ανθρώπινου στοιχείου σε μια εποχή ισοπέδωσης και αλυτρωτισμού. Η πολιτική ταυτότητα είναι, εν προκειμένω, εμφανής στον βαθμό που η ψυχική ευαισθητοποίηση είναι παραπάνω από επιβεβλημένη. Οι διαφορετικοί χαρακτήρες –από τον ιδεολόγο γιατρό μέχρι τη νυμφομανή φουρνάρισσα και από τον Γερμανό κάτοικο έως τον σοφό καπετάνιο– ανακαλύπτουν άλλες πτυχές του κόσμου και του εαυτού τους, ακριβώς γιατί συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να ακυρώσουν την πραγματικότητα. Δεν έγραψε τυχαία το «Επί Ασπαλάθων» ο Σεφέρης, αλλά επειδή ένιωθε τα αγκάθια πάνω στο σώμα της δημοκρατίας να ακυρώνουν τα όποια δημοκρατικά αντανακλαστικά.
Ειρήνη Σταματοπούλου,
«Η φαντασμιακή θέσμιση του υποκειμένου», Ο Αναγνώστης, 19/5/2016
Λίνα Πανταλέων,
«Επιδείνωση του καλού», Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής, 29/5/2016
Χρίστος Παπαγεωργίου,
www.diastixo.gr, 13/6/2016
Θάνος Γώγος,
ΘΡΑΚΑ, 21/6/2016
Ορέστης Τάτσης,
«Διασώζοντας “ξένους”», Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 11/7/2016
Γιάννης Καλογερόπουλος,
no14me.blogspot.gr, 20/7/2016
Ράνια Μπουμπουρή,
Lesvosnews, 21/7/2016
Συνέντευξη στον Δημήτρη Καραθάνο,
ATHENS VOICE, 22/9/2016
Συνέντευξη στην Αργυρώ Μποζώνη,
ελculture.gr, 5/10/2016
Συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή,
Lesvosnews, 7/10/2016
Συνέντευξη στον Παναγιώτη Σκορδά,
ΕΜΠΡΟΣ, 8/10/2016
Θοδωρής Μπόνης,
Εξώστης, 7/10/2016
Συνέντευξη στον Θοδωρή Μπόνη,
Εξώστης, 10/11/2016
Μαρία Μοίρα,
«Από τη θάλασσα», Η ΑΥΓΗ, 2/10/2016
Έλενα Χουζούρη,
«Προσφυγικό και λογοτεχνία», Ο Αναγνώστης, 23/10/2016
Στο «Πέρασμα», ένα καράβι γεμάτο πρόσφυγες τσακίζεται, κυριολεκτικά, στη βραχώδη ακτή ενός μικρού, αιγαιοπελαγίτικου νησιού, μια άγρια, θυελλώδη, χειμωνιάτικη νύχτα. Όσοι από τους πρόσφυγες καταφέρνουν να σωθούν βγαίνουν, σε άθλια κατάσταση, στη στεριά, ενώ οι σοροί όσων στάθηκαν άτυχοι ξεβράζονται η μία μετά την άλλη. Οι γεμάτες ένταση και εικαστική δύναμη εικόνες του ναυαγίου και της διάσωσης των προσφύγων, στις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος, είναι αρκετά οικείες και αναγνωρίσιμες πλέον στον αναγνώστη αφού, τα τελευταία χρόνια συγκροτούν μέρος μιας θεαματικής αφήγησης, στην οποία, δυστυχώς, τείνει να μετατραπεί η συνεχιζόμενη τραγωδία του προσφυγικού. Ωστόσο, το συγγραφικό σχέδιο του Κ. Τζαμιώτη δεν είναι στο να αρκεστεί στη ρεαλιστική –ίσως και νατουραλιστική– περιγραφή του ναυαγίου και των όσων έπονται αυτού. Ο συγγραφικός φακός του εστιάζει στις ανατροπές που επιφέρει η αιφνίδια έλευση τόσου μεγάλου αριθμού προσφύγων, από κόσμους, εν πολλοίς, ανοίκειους, και η άμεση κάλυψη στοιχειωδών επιβιωτικών αναγκών τους, στη μικρή τοπική κοινωνία, η οποία βεβαίως μπορεί να εκληφθεί συμβολικά ως μικρογραφία ολόκληρης της χώρας. Διότι, στη μικρή, μυθιστορηματική, κοινωνία που στήνει ο συγγραφέας, εκπροσωπούνται σχεδόν όλες οι θεσμικές δομές, καθώς και οι διάφορες κοινωνικές κατηγορίες που συγκροτούν μια ευρύτερη συλλογικότητα. Έτσι, στο μυθιστόρημα συναντούμε: Τον Δήμαρχο, τον αγροτικό γιατρό, τη δασκάλα, τον υπαστυνόμο, τον ανθυπολοχαγό, τους αξιωματικούς του Λιμενικού, τον υπαρχιφύλακα, τον αποκομμένο, έως τότε, από τον έξω κόσμο, συγγραφέα, τον φιλέλληνα Γερμανό, τη βορειοευρωπαία σύζυγο του Δημάρχου, τον κακό Βασίλη Τσαπλέ, έως την «ελευθεριάζουσα» χήρα. Δεν λείπουν αντιπροσωπευτικοί τύποι και από την άλλη πλευρά, των προσφύγων, με πρώτο, τον γιατρό Ρασίντ που μιλάει και ελληνικά καθότι είχε σπουδάσει στην Ελλάδα. Πρόκειται δηλαδή για ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα στο οποίο ο κάθε τύπος/χαρακτήρας, μέσα από τις πάντα τριτοπρόσωπες αφηγήσεις εμφανίζεται να αντιδρά με τον δικό του τρόπο, σύμφωνα με την κοινωνική του θέση και τις πεποιθήσεις του. Ο συγγραφέας ανοίγει συνεχώς το σκηνικό και τοποθετεί σ’ αυτό και άλλα πρόσωπα έως να ολοκληρώσει την κοινωνική και θεσμική αντιπροσώπευση της μικρής κοινωνίας του νησιού ή εκείνης που, εκ των πραγμάτων, δημιουργείται από τους πρόσφυγες. Το ερώτημα λοιπόν που θέτει το μυθιστόρημα του Τζαμιώτη είναι το πώς τοποθετείται / υποδέχεται / αποδέχεται ο καθείς τον ανοίκειο μεν, σε πλήρη απόγνωση και ένδεια δε, Άλλον, σε ακραίες περιπτώσεις, οι οποίες υπερβαίνουν τις όποιες, έως τότε, κατακτημένες ασφάλειες, υλικές και συναισθηματικές, σ’ ένα περιβάλλον όπου οι αναποτελεσματικές, αργόσυρτες, επίσημες, γραφειοκρατικές δομές περιπλέκουν τις καταστάσεις και οδηγούν τις εντάσεις στα άκρα. Και τελικά; Οι πρόσφυγες, κάποτε, φεύγουν. Βάρκες με νέους πρόσφυγες πλησιάζουν στο νησί και ο φαύλος κύκλος μοιάζει να συνεχίζεται, ενώ το βασικό ερώτημα παραμένει αναπάντητο. Δυστυχώς όμως και η λογοτεχνική «απάντηση» την οποία φιλόδοξα επιχειρεί να δώσει ο συγγραφέας είναι, εν πολλοίς, αδύναμη λογοτεχνικά, διότι δεν κατορθώνει να υπερβεί τα ήδη αναγνωρίσιμα, από την καθημερινή πλέον επικαιρότητα του προσφυγικού, περιγράμματα. Παραμένει έτσι στην περιγραφή και τη σχηματοποίηση των καταστάσεων αλλά και των χαρακτήρων, αρκετοί από τους οποίους είναι προσχηματικοί. Προβλέψιμες, σε πολλές περιπτώσεις, και οι αντιδράσεις τους. Απλοϊκοί κάποτε και οι διάλογοι μεταξύ τους. Εν κατακλείδει, το μυθιστόρημα, περιορίζεται στην επιφάνεια των πραγμάτων και δεν σκάβει βαθύτερα ώστε να αναδειχθούν πλευρές άγνωστες και μη προσεγγίσιμες από την καθημερινή επικαιροποιημένη αφήγηση περί προσφυγικού και προσφύγων.
Πατριάρχης Φώτιος,
Βιβλιοκαφέ, 13/11/2016
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου,
«Προσφυγικό καλειδοσκόπιο», ΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής, 20/11/2016
Συνέντευξη στη Ράνια Παπαδοπούλου,
www.artinews.gr, 23/9/2016
Συνέντευξη στην Ελένη Μαρκ,
Artcore, 18/10/2016
Τζούλια Γκανάσου
www.vakxikon.gr, Δεκέμβριος 2016
Ιορδάνης Κουμασίδης
Φρέαρ, 14/5/2017
Εύη Κουτρουμπάκη
Θράκα, 16/6/2017