×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης

Μαρίζα Κωχ
Πεζογραφία
978-618-03-1586-8
208
31/05/2018
Διαθέσιμο
Με τρυφερότητα, χιούμορ και κατασταλαγμένη σοφία, η αγαπημένη Ελληνίδα τραγουδίστρια Μαρίζα Κωχ αφηγείται τα παιδικά της χρόνια στη Σαντορίνη ζωντανεύοντας μια ολόκληρη εποχή, τη δύσκολη μεταπολεμική περίοδο, αποτίνοντας φόρο τιμής στα βιώματα που τη διαμόρφωσαν ως άνθρωπο, ως μουσικοπαιδαγωγό και ως ερμηνεύτρια.

Περιγραφή βιβλίου

Το αφήγηµά µου αυτό το έγραψα ως απάντηση της αγάπης που δέχτηκα στα πενήντα χρόνια που τραγουδώ και σας το προσφέρω αντίδωρο. Με την ευχή όλα τα παιδιά του πολέµου, του κάθε πολέµου, να γευτούν την αγάπη και τη γιατρειά όπως εγώ.

Με τρυφερότητα, χιούµορ και κατασταλαγµένη σοφία, η αγαπηµένη Ελληνίδα τραγουδίστρια Μαρίζα Κωχ αφηγείται τα παιδικά της χρόνια στη Σαντορίνη ζωντανεύοντας µια ολόκληρη εποχή, τη δύσκολη µεταπολεµική περίοδο, αποτίνοντας φόρο τιµής στα βιώµατα που τη διαµόρφωσαν ως άνθρωπο, ως µουσικοπαιδαγωγό και ως ερµηνεύτρια. Η έκδοση συµπληρώνεται από φωτογραφικό υλικό και από δύο τραγούδια για τη Σαντορίνη: το παραδοσιακό Το άστρο της αυγής, σε ερµηνεία της Μαρίζας Κωχ, και το καινούργιο δικό της τραγούδι Απέναντι στο ηφαίστειο.

Διαβάστε ΕΔΩ το κείμενο της συνθέτριας Νένας Βενετσάνου που εκφώνησε στην πρώτη παρουσίαση του βιβλίου (15/6/2018), στο Polis Art Cafe.
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρη την παρουσίαση του βιβλίου που πραγματοποιήθηκε στο Polis Art Cafe, στις 15 Ιουνίου 2018. Το βίντεο είναι του δημοσιογράφου-φωτογράφου, μέλους της F.I.J.E.T. Γιώργου Παπαθανασόπουλου (site: kikladika-apotipomata.emyspot.com).

Διαβάστε ΕΔΩ το κείμενο του φιλόλογου-συγγραφέα Λαοκράτη Βάσση το οποίο εκφωνήθηκε στην κεντρική παρουσίαση του βιβλίου, στις 15 Ιουνίου 2018, στο Polis Art Cafe.

Διαβάστε ΕΔΩ το κείμενο του δημοσιογράφου Μανώλη Μηλιαράκη που εκφώνησε στην παρουσίαση του βιβλίου η οποία πραγματοποιήθηκε στο Μερόπειο Ίδρυμα, στις 26 Ιουνίου 2018.

Πληροφορίες

  • Μαρίζα Κωχ
  • 978-618-03-1586-8
  • 208
  • 31/05/2018
  • 14 x 20,5
  • Μαλακό

Σχόλια

Κριτικές...

Ρεπορτάζ της Νόρας Μολυβιάτη από την πρώτη παρουσίαση του βιβλίου (15/6/2018, στο Polis Art Café) κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ1, 29/6/2018
Χρήστος Δασκαλάκης www.debop.gr, 16/11/2018
Μανώλης Μηλιαράκης, Παρουσίαση του βιβλίου στο Μερόπειο Ίδρυμα, 26/6/2018

Τη Μαρίζα, τη Μαρίζα μας, την πρωτογνώρισα ή καλύτερα την πρωτοάκουσα στη διάρκεια της δικτατορίας. Το 1969, στο Ροντέο, παρέα, με τον άλλο μεγάλο δημιουργό, τον Διονύση Σαββόπουλο. Ήταν η εποχή της κυριαρχίας των Συνταγματαρχών, δηλαδή της κυριαρχίας της κρατικής βίας, τρομοκρατίας και της αυστηρής λογοκρισίας. Δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει τίποτε αν δεν περνούσε από τη λογοκρισία. (Για την ιστορία σάς λέω ότι στο υπουργείο Προεδρίας, της Χούντας, λογοκριτή είχαν κάποιον, όνομα και πράμα, λοχαγό ονόματι Ξεφτίλη και προϊστάμενό του έναν ταγματάρχη Βριώνη). Ήταν μια  εποχή που στέκια, όπως το Ροντέο, ήταν χώροι συνάντησης, συμπροβληματισμού, αληθινής και ουσιαστικής πνευματικής άσκησης για  τον αγώνα για ελευθερία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Σε αυτό λοιπόν το ιερό, η Μαρίζα ήταν η ξεχωριστή ιέρειά του. Από τότε δεν έπαυσα να μεταλαμβάνω από τα νάματα της μεγάλης προσφοράς και της υψηλού επιπέδου και πλούσιας δημιουργίας της. Δεν θα ξεχάσω εξάλλου τη, μετά χαράς, παρουσία της, σε συνεστιάσεις της εφημερίδας μας «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ», που μαζί με τον αείμνηστο αρχάγγελο της Κρήτης, τον Νίκο τον Ξυλούρη, έδιδαν μια ξεχωριστή αγωνιστική και ποιοτική νότα στην εκδήλωσή μας, με μοναδική «είσπραξη», τη θερμή και ειλικρινή αγάπη των φίλων μας και πρώτα πρώτα του ιδρυτή και προέδρου της «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ» και της Χ.Δ., αειμνήστου, Νίκου Ψαρουδάκη.
Τώρα, η Μαρίζα μού έκανε την τιμή να με καλέσει για να μιλήσω για το «Ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης». Δεν είμαι φιλόλογος ούτε λογοτέχνης ούτε βιβλιοκριτικός. Ένας απλός γραφιάς της καθημερινότητας είμαι. Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν θα προσπαθήσω να «διαβάσω» μαζί σας μερικά μόνο αποσπάσματα από το «Ξανθό μας κορίτσι».
Είναι συνηθισμένο σε όσους διαβάζουν βιβλία, όταν αρχίζουν την ανάγνωση, πολλές φορές να πλήττουν από μακρόσυρτους προλόγους και ατέλειωτες εισαγωγές, που τους κάνουν να νιώθουν βαρεμάρα και προβληματισμό για το αν θα συνεχίσουν την ανάγνωση ή θα παραιτηθούν. Τούτο το βιβλίο έχει ένα μεγάλο χάρισμα. Από την πρώτη αράδα του μέχρι την τελευταία λέξη του, σε «ρουφάει», δεν σε αφήνει να το αφήσεις. Γιατί; Μα γιατί, εκτός του ότι είναι γραμμένο σε μια ρέουσα, σαν κρυστάλλινο νερό, ζωντανή γλώσσα, έχει ραχοκοκαλιά και σάρκα του την Αλήθεια της ζωής, όπως την έζησε η Μαρίζα, μαζί με την Ειρήνη, την αδελφούλα της, και όχι όπως τη φαντάστηκε ή την κατασκεύασε. Αλήθεια ολόφωτη και αψεγάδιαστη, με πολυσήμαντες αναφορές στις Παραδόσεις, τα Ήθη και Έθιμα και τον λαϊκό πολιτισμό της Σαντορίνης της αμέσως μετά την Κατοχή περιόδου.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο «στα παιδιά που αφήνει πίσω του ο πόλεμος», γεγονός που στις μέρες μας, με τις αμέτρητες στρατιές των παιδιών που αφήνουν πίσω τους οι ατέλειωτοι πόλεμοι της ευρύτερης περιοχής μας, το κάνει περισσότερο από επίκαιρο. Η Μαρίζα μαζί με την Ειρήνη, την αδελφή της, παιδιά που είχε αφήσει πίσω του ο πόλεμος, στην πάντα γεμάτη αγάπη αγκαλιά της  μάνας Μαργαρίτας, που ηρωικά βιοπάλευε, διασχίζει, στα πολύ παιδικά της χρόνια, το δικό της φουρτουνιασμένο Αιγαίο. Τελικά, σε ηλικία μόλις οκτώ χρόνων και ύστερα από πενταετή βασανιστική βιωτή στο Ίδρυμα, μέσα στο Δαφνί,  αποβιβάζεται στον «Γλάρο», που θα τη φέρει στο υπήνεμο λιμάνι της ζεστής αγκαλιάς της οικογένειας του θείου Μανώλη, αδελφού της μητέρας της, στην πανέμορφη Σαντορίνη.
Η Μαρίζα, το δυσλεξικό παιδί, που ακούει σχολείο και κόβει χιλιόμετρα, που αδιαφορεί για τις συνεχείς παραινέσεις και προειδοποιήσεις της κατά έναν χρόνο μεγαλύτερης Ειρηνούλας «ότι άνθρωπος αγράμματος ξύλο απελέκητο», είναι αγροίκηκτο, που λέμε στην Κρήτη, κοπέλι. Δεν ακούει κανένα. Προσπαθεί μεν περισσότερο για να κάνει το χατίρι του θείου Μανώλη και να μην αντιμετωπίζει τις επιπλήξεις της Ειρήνης, καθώς και τις ξυλιές του θείου, αλλά δεν παύει να θεωρεί και να βιώνει ως αβάστακτο βάρος το να μάθει την αλφαβήτα, την προπαίδεια και τα άλλα ανιαρά για αυτήν μαθήματα.
Ο έρωτάς της, το πάθος της, είναι το τραγούδι, κάτι που είχε διαγνώσει η Ειρήνη, από τότε που ήταν στο Ίδρυμα. «Εσύ μόνο να τραγουδάς ξέρεις» της είχε πει. Και η παιδική εκείνη διάγνωση υπήρξε απόλυτα σωστή, ως προς το «ξέρεις να τραγουδάς», όχι όμως και ως προς το «μόνο». Και η Μαρίζα με στοιχεία ζωής αποδείκνυε στην Ειρήνη, κάθε φορά που λογοφέρνανε, ότι «ξέρει πράγματα που δεν ξέρει αυτή»!
«Ξέρω να αρμέγω… ( σελ. 80-81, μέχρι τον καφενέ του Παντελή).
 Η τόσο ωραία αυτή αφήγηση, που έχει τη μορφή πίνακα ζωγραφικής, που μας παρουσιάζει τη ζωή στη φύση, τη χαρά και την ευτυχία που δίνει η χωρίς κανάλια και κανόνες «εκπαίδευση» από τον μοναδικό δάσκαλο που λέγεται αγάπη και μεράκι για ό,τι κάνω, αποτελεί ταυτόχρονα μια επιβεβαίωση ότι το σχολείο δεν παρέχει πάντα για όλους και για όλα τα θέματα, ούτε το μοναδικό ούτε το καλύτερο σύστημα εκπαίδευσης και κυρίως Παιδείας!
Ο έρωτας για το τραγούδι και τη μουσική γενικότερα φέρνει τη Μαρίζα, από την αρχή, κοντά στο ψαλτήρι. Παππούς, θείες, γιαγιάδες, η όλη ατμόσφαιρα και στάση ζωής, όχι μόνο της οικογένειας του θείου, αλλά ολάκερου του νησιού, τη φέρνουν στην Εκκλησία, τόσο κοντά όσο και το ίδιο το σπίτι της. Θεός, Εκκλησία, Μυστηριακή ζωή, ψαλτήρι, άναμμα καντηλιών, αγάπη και φροντίδα για το κατσικάκι, τα άλλα ζωντανά και τη φύση γενικότερα περνούν στο DNA της. Ταυτοποιούνται με το είναι της. Γι’ αυτό και το όλο πολύμορφο και πλούσιο έργο της Μαρίζας, που ζήσαμε, ζούμε, αγαπήσαμε και αγαπάμε, αποτελεί πηγή έμπνευσης και ταυτόχρονα διάκονο αυτού του πολιτισμού, του πολιτισμού της αγάπης, της βιωματικής Ορθοδοξίας και Ορθοπραξίας.
Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης, γεννημένο μέσα στην Κατοχή, ασφαλώς και θα μεγάλωσε, όπως όλα τα παιδιά του λαού, τότε, μέσα σε στερήσεις και κακουχίες. Όμως πουθενά στο αφήγημά της δεν θα βρούμε κλαψούρισμα και εκζήτηση οίκτου. Αντίθετα, το κορίτσι μας μας αφηγείται σε όλες τις σελίδες του βιβλίου στιγμές, ώρες, μέρες και χρόνια πραγματικής και όχι επίπλαστης ευτυχίας.
- Ευτυχία απέραντη, γιατί έχει πάντα κοντά της τον φύλακα  άγγελό της, την Ειρήνη, και ζει μέσα σε μια όντως χριστιανική οικογένεια και σε μια κοινότητα «που όλο το χωριό ήμασταν σαν μια οικογένεια. Ο ένας πονούσε με τον πόνο του άλλου και ο ένας χαιρόταν με τη χαρά του άλλου, γι’ αυτό δεν μας έλειψε τίποτε». Λόγια και έργα ζωής που φέρνουν στον νου μας την εικόνα της πρωτοχριστιανικής Κοινότητας των Ιεροσολύμων, όπως μας τη δίνει ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου γράφει: «Του δε πλήθους των πιστευσάντων ην η καρδία και η ψυχή μία…»
- Ανείπωτη ευτυχία, όταν στο κατάστρωμα του «Γλάρου», μέσα στη θάλασσα που λυσσομανούσε γιατί «ήταν η πρώτη φορά που κοιμόμασταν, όπως μας αφηγείται, η μια δίπλα στην άλλη και οι ανάσες μας έσμιγαν πριν προλάβει ο αέρας να τις σκορπίσει». Στο Ίδρυμα, «κοιμόμασταν η μια με το κεφάλι προς τα πάνω και η άλλη με το κεφάλι προς τα κάτω». Τώρα στο κατάστρωμα του Γλάρου «ήταν μια ευτυχισμένη στιγμή»! Δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτε την πολυτέλεια που απολάμβαναν τα συνομήλικά της που ταξίδευαν στην πρώτη θέση. Εκείνη ήταν αγκαλιά με την Ειρήνη της και οι ανάσες τους έσμιγαν! Αυτή ήταν η ευτυχία!
- Ευτυχία, όταν στου θείου Μανώλη με τη θεία Έλλη και τα ξαδέλφια της νιώθει τι θα πει οικογένεια και πόσο ωραίος ήταν ο ύπνος πάνω στο καθαρό μαδέρι με μαλακό στρώμα, από άχυρο που μοσχοβολούσε!
- Απερίγραπτη επίσης η ευτυχία του κοριτσιού μας, όταν με το σκασιαρχείο από το σχολείο βρίσκεται ελεύθερη στη φύση μαζί με την κατσίκα της, τα λουλούδια του αγρού, τα πουλιά, τον ήλιο, τη βροχή και ας ήξερε ότι θα ακολουθούσε η βέργα του καλού θείου και πατέρα Μανώλη.
- Δεν ήταν μικρότερη η χαρά και η ευτυχία που γεύεται το ξανθό μας κορίτσι από τις χαλβαδόπιτες, τις καραμέλες τις δικές της, αλλά και από εκείνες που «έκλεβε» από την Ειρήνη, και τις τραγανιστές τηγανίτες με το πετιμέζι που έφτιαχνε η θεία Έλλη.
- Έχει βέβαια και στιγμές λύπης το ξανθό μας κορίτσι. Όχι όμως για δικά της ή της Ειρήνης της δεινά. Λυπάται αφάνταστα και δεν μπορεί να μιλήσει, όταν διαπιστώνει ότι της έσφαξαν το κατσικάκι και ότι τα γουρουνάκια του χωριού περνούσαν νύχτα Αγίου Βαρθολομαίου, χριστουγεννιάτικα.
Τελειώνοντας το οδοιπορικό αυτό της Μαρίζας και χωρίς να εξαντλήσω όλες τις διαστάσεις του, θα ήθελα να ευχαριστήσω και να συγχαρώ τη Μαρίζα γιατί με τρόπο, λιτό, μεστό, πεζό μα ταυτόχρονα ποιητικό μάς σκιαγραφεί το πως, για να πορεύεται ο άνθρωπος όρθιος με αξιοπρέπεια και λεβεντιά, δεν πρέπει να προσκυνά τον Μαμωνά, να έχει για Εκκλησίες τις Τράπεζες και τα Χρηματιστήρια και για προσευχή του το μέτρημα των χρημάτων, αλλά να καλλιεργεί και να αναπτύσσει το τάλαντο που του έδωσε ο Θεός, ως λίπασμα στον Πολιτισμό και την πνευματική και πολιτιστική άνοδο του λαού και της πατρίδας που τον γέννησε. Να ευχαριστήσω και να συγχαρώ επίσης τις εκδόσεις Μεταίχμιο, που κόντρα στο ρεύμα των καιρών της παρακμής, επιμένει να υπηρετεί και να αναδεικνύει την ποιότητα. Τέλος, ευχαριστώ όλες και όλους εσάς που με ανεχθήκατε.

Λαοκράτης Βάσσης, Παρουσίαση του βιβλίου στο Polis Art Cafe, 15/6/2018

Με την έκδοση, απ’ τις εκδόσεις Μεταίχμιο, του βιβλίου της Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης η Μαρίζα Κωχ προσθέτει μια τρίτη διάσταση στη λαμπερή προσωπικότητά της, τη συγγραφικo/λογοτεχνική. Οι άλλες δύο, προσδιοριστικές της ταυτότητάς της, είναι η μουσικο/τραγουδιστική και η μουσικο/παιδαγωγική.
α. Ως προς τη μουσικο/τραγουδιστική της διάσταση, παρότι δεν είμαι μουσικο/κριτικός, μπορώ να μαρτυρήσω για το πώς έχει προσλάβει η μέση συνείδηση των Ελλήνων τη μουσική της κατάθεση στον τόπο μας. Οπότε και για το ποια είναι η θέση της στην καρδιά του λαού μας. Που, χωρίς υπερβολή, είναι η θέση πρωθιέρειας της παραδοσιακής μας μουσικής. Γιατί, η Μαρίζα Κωχ ανήκει στους αυθεντικότερους εκφραστές της μουσικής πολιτιστικής ιθαγένειάς μας. Μιας «ιθαγένειας» που, χάρη στη μοναδική ποιότητά της, υπερβαίνει τα όρια της εθνικής μας εντοπιότητας και προσλαμβάνει οικουμενική διάσταση. Όπως συμβαίνει και με όλες τις ποιοτικές πολιτιστικές ιθαγένειες του κόσμου μας.
β. Για τη δεύτερη διάσταση της προσωπικότητάς της, θα ήθελα να τονίσω, ως εκπαιδευτικός που θεωρεί μέγιστη τη σημασία της αισθητικής παιδείας, πως, αν ήταν στοιχειωδώς σοβαρό το εκπαιδευτικό μας σύστημα, αν είχε δηλαδή βαθιά ελληνική αλλά και σύγχρονη φιλοσοφία παιδείας, θα είχε ήδη ενσωματώσει στα προγράμματά του το «πνεύμα» των όσων διδάσκει η Μαρίζα Κωχ τόσο στο «Κέντρο βιωματικής μουσικής, κίνησης και λόγου» όσο και στην «παιδική χορωδία παραδοσιακού τραγουδιού».
γ. Κι έρχομαι στην τρίτη διάσταση, τη συγγραφικο/λογοτεχνική, όπως τη γνωρίζουμε πρώτη φορά σε πεζό λόγο, γιατί έχει προηγηθεί το λογοτεχνικό προανάκρουσμα της στιχουργικής της δημιουργίας, μέσα από το βιβλίο της με τον εύγλωττο τίτλο Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης.
Μη θεωρηθεί υπερβολή, αν σας πω πως το διάβασα απνευστί και το κατα-χάρηκα, ανασαίνοντας σελίδα τη σελίδα το άρωμα της «ψυχής» της και των…αγριολούλουδων της Σαντορίνης της.
Το κατα-χάρηκα: Αφενός, γιατί είναι μια γραφή απλής, ρέουσας και ανεπιτήδευτης ειλικρίνειας, μια όμορφα κουβεντιαστή γραφή, απόλυτα εκφραστική αυτού που είναι η Μαρίζα Κωχ. Χωρίς επίπλαστες και αληθοφανείς πτυχές, προπαντός χωρίς «ζόρι» για να δείξει κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι.  Ή, για να το πω πολύ απλά, χωρίς… «δηθενιές»! Διαβάζεις κι είναι η Μαρίζα μπροστά σου, σε όλη την ανυπόκριτη ειλικρίνειά της, ώρες ώρες και στην αφελή αγνότητά της, χωρίς να ψάχνει φωτοστέφανο…σπουδαιότητας. Αφετέρου, γιατί πίσω απ’ τα γραφόμενά της αναγιγνώσκουμε τα «υλικά» της ψυχής της και της προσωπικότητάς της Και μη σκεφτείτε Γαλλίδες νταντάδες, δασκάλες πιάνου και ωδεία…Τίποτε από αυτά. Η Μ.Κ. είναι, στ’ αλήθεια, ένα «αγριολούλουδο» της Σαντορίνης, με τις ρίζες του βαθιά στη «γη» της και τα φυλλαράκια του να τα χαϊδεύει ο ήλιος, το φεγγάρι και το αιγαιοπελαγίτικο αεράκι του νησιού της.
Κι αυτά τα «υλικά», με τα οποία χτίστηκε η «ύπαρξή» της, έρχονται:
Πρώτον, απ’ το οικογενειακό της περιβάλλον: μάνα κι αδερφή, παππούδες, γιαγιάδες, θείος, ξαδέρφια…
Δεύτερον, απ’ το χωριό της: οι χωριανοί, η ντοπιολαλιά, η παράδοση, τα αιγαιοπελαγίτικα τραγούδια που «συναντιούνται» με τη μικρασιατική μουσική νότα στην ψυχή της έξω απ’ το Δαφνί…
Τρίτον, απ’ τον σεβάσμιο παππού, τον Παπα-Γιάννη, τα ψαλτήρια και τις ψαλμωδίες στις κυριακάτικες λειτουργίες και στους εσπερινούς στα εκκλησάκια του χωριού της…
Και τέταρτον, απ’ τη φύση της Σαντορίνης της: το χώμα, την ελαφρόπετρα, τη θάλασσα, τα αμπέλια, τα αγριόχορτα, τα αγριολούλουδα, τα κατσίκια, τα γαϊδουράκια, τα πουλιά, τον ήλιο, το φεγγάρι…
Απ’ τα «υλικά», όπως βλέπουμε, λείπει το …σχολείο. Γιατί, δικό της «σχολείο» ήταν ο μαγικός συνδυασμός αυτών των τεσσάρων «υλικών» με τα οποία χτίστηκε η «ψυχή» της. Που σημαίνει πως η Μ.Κ. έμαθε γράμματα μόνο στο «σχολείο» της πολιτιστικής «ψυχής» και της φύσης της Σαντορίνης.
Γι’ αυτό και στο βιβλίο της, ανασαίνοντας το άρωμα της «ψυχής» της, ανασαίνεις το άρωμα της «ψυχής» της Σαντορίνης, όπως έξοχα εκφράζεται στη μαγική φωνή της. Μιας φωνής που βγαίνει απ’ τα κατάβαθα της «ψυχής» της και της «ψυχής» του νησιού της.
Καθώς, όλοι το νιώθουμε και το ξέρουμε πως η Μαρίζα δεν τραγουδάει μόνο με τη μαγική φωνή της αλλά και με τη βαθιά αιγαιοπελαγίτικη «ψυχή» της.
Για να μην πω πως τραγουδάει περισσότερο με την «ψυχή» της, που ακουμπάει στους ελληνικούς αιώνες πολιτισμού και πολιτιστικής ιθαγένειάς μας.
ε. Θα ολοκληρώσω με δύο τρία μικρά δείγματα για τη σχέση της Μαρίζας Κωχ με τη φύση της Σαντορίνης αλλά και με έναν μελαγχολικό επιλογικό σκεπτικισμό μου για το τωρινό πολιτιστικό τέλμα του τόπου μας.
Αρχίζω με τα ελάχιστα δείγματα: «Απ’ τη ζωή στα χωράφια, στα δύο χρόνια που μείναμε στο σπίτι του θείου, έμαθα πολλά πράγματα για τη φύση.  Μέσα μου πιστεύω πως είμαι γεννημένη αγρότισσα» (σελ.70).
«Όταν όμως βρισκόμουν στα χωράφια, χαιρόμουν να τραγουδώ τραγούδια που ήξερα με δυνατή φωνή. Τόσο δυνατή που μ’ ακούγανε από πολύ μακριά και καταλάβαιναν αν βρίσκομαι στ’ αμπέλια ή στα ραχίδια με την ελαφρόπετρα, όπου μ’ άρεσε να κάνω τσουλήθρα» (σελ.106).
«Η άνοιξη είναι η πιο όμορφη εποχή για το νησί μας. Ολάνθιστη η γη: Οι ξερολιθιές γεμάτες κάπαρη ανθισμένη και άλλα μικροσκοπικά ανθάκια, ολόδροσα και όλα αγαπημένα μου. Οι μαρτοπουλιές στις άκρες των χωραφιών, λουλουδάκια μικρά σαν το χαμομήλι, σε ροζ χρώμα. Όμως κι ανάμεσα στα κριθάρια, οι γερασκουλιές, τα αρχυρόχορτα, τα πορίχια, οι βρούβες στα χέρσα χωράφια, οι καλοεράφτιδοι. Και κοντά στη θάλασσα οι αλιμιές, σπουδαία τροφή για τα γουρούνια, καθώς τα φύλλα τους είναι σαν αλατισμένα! Στα ριζιμιά στα δροσερά μέρη, οι λυγαριές, απ’ όπου οι αγαπημένες λυγαρόβεργες του Μανωλίτσου, του βιολιστή, που έφτιαχνε μ’ αυτές τα ωραιότερα κοφίνια για το μάζεμα και των σταφυλιών στον τρύγο… Ό,τι με εντυπωσίασε το έφτιαχνα τραγούδι και το θυμόμουνα μέρες. Αυτό το τραγούδι που δεν ξέχασα ποτέ είναι εκείνο για τον άνεμο που έφερνε από μακριά τα πουλιά στο νησί» (σελ.126).
Και κλείνω με τον μελαγχολικό επιλογικό μου σκεπτισμό, που τον γεννάει, σε τούτους τους ομιχλώδεις καιρούς της μετανεωτερικής πολιτιστικής μας σύγχυσης και «αμηχανίας»,  η πικρή διαπίστωσή μου πως όλο και λιγότερο καταλαβαίνουμε πως η αξιακή βάση της πολιτιστικής μας ιθαγένειας είναι η αλάθητη πυξίδα για να βγούμε, ως εθνική συλλογικότητα, στην ανοιχτή δημοσιά του μέλλοντος. Γι’ αυτό κι αναρωτιέμαι: πώς η πολιτιστική μας ιθαγένεια θα ανασυνδεθεί με την κατεπειγόντως ζητούμενη, γιατί δεν υπάρχει, πολιτιστική μας πολιτική, με την παιδεία μας, που δεν έχει ελληνική πολιτιστική «πυτιά», και συνακόλουθα με τις νεότερες γενιές μας, που τρέφονται πρωτίστως με τα «πίτουρα» της κατακλυσμιαίας υποκουλτούρας των καιρών μας; Ας το σκεφτούμε!
Κι ούτε λόγος πως μιλάω για την αξιακή πολιτιστική ιθαγένειά μας, που έχει ως πρωθιέρεια και πρωτο-πρέσβειρά της στο παραδοσιακό αλλά και γενικότερα στο ποιοτικό ελληνικό τραγούδι το αιγαιοπελαγίτικο αηδόνι, το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης, τη Μαρίζα μας.
Καλοτάξιδο το βιβλίο της!