Η εμπλοκή της βρετανικής πολιτικής στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1940 έχει πολλαπλώς μελετηθεί, ήδη από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, χάρη και στην πολιτική δημοσιοποίησης των βρετανικών αρχείων. Όλες όμως οι σχετικές μελέτες ανήκαν στο πεδίο της διπλωματικής, πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας. Προσέφεραν έτσι πολύτιμες γνώσεις για την εκτίμηση του ρόλου που διαδραμάτισε η βρετανική πολιτική στον πόλεμο και στις ενδοελληνικές συγκρούσεις, όμως η εμπειρία όσων υπήρξαν φορείς ή διεκπεραιωτές της, πολλώ δε μάλλον των απλών βρετανών στρατιωτών που βρέθηκαν να πολεμούν στο ελληνικό μέτωπο, δεν βρήκε τη θέση της σε μια τέτοια ιστορία. Με αυτά τα «Εγγλεζάκια» και τον τρόπο με τον οποίο βίωσαν τον πόλεμο ή την αντίσταση στην Ελλάδα καταπιάνεται ο συγγραφέας, ιστορικός και καθηγητής στο ΑΠΘ, εξετάζοντας τις μαρτυρίες τους στο πλαίσιο της πολιτικής του Foreign Office και της SOE, των δύο ανταγωνιστικών διαμορφωτών της βρετανικής στάσης απέναντι στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Αξιοποιώντας μια σειρά από αρχειακά τεκμήρια, όπως σώματα προσωπικής αλληλογραφίας, ημερολόγια, εκδομένες και ανέκδοτες αναμνήσεις, αλλά και υπηρεσιακές εκθέσεις, εφημερίδες της εποχής κ.ά., εξετάζει την εμπειρία των στρατιωτικών επιχειρήσεων και της αιχμαλωσίας, τον τρόπο με τον οποίο τα «Εγγλεζάκια» αντιμετώπιζαν τους συμμάχους και τους εχθρούς τους, αλλά και πώς αντιλαμβάνονταν την Ελλάδα και τους κατοίκους της, καθώς και την εικόνα που διαμόρφωναν για τον εαυτό τους μέσα στις πολεμικές συνθήκες που βρέθηκαν, τις σχέσεις με τους συμπολεμιστές τους, την καθημερινότητά τους κ.λπ., αλλά και τις αντιλήψεις που διαμόρφωναν για τον ρόλο τους και τη βρετανική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα.