Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.
Δεν έχετε αγαπημένα προϊόντα
Πρέπει να συνδεθείτε για να εισάγετε αγαπημένα προϊόντα
Ανάμεσα στους δύο αιχμηρούς ογκόλιθους, τους παλλόμενους και κοχλάζοντες Τροπικούς του, ο Χένρι Μίλερ στη Μαύρη Άνοιξη επιχειρεί μια περιδιάβαση στο παρελθόν, ένα πέρασμα σε όσα άλλοτε τον συγκίνησαν, μια εξόρυξη πετραδιών ευαισθησίας που θα σπεύσει να τα κονιορτοποιήσει, να τα περιβάλει με σαρκασμό, σκληρότητα, ωμότητα, να τα εμβαπτίσει στο βόρβορο, να τα εκθέσει, θαρρείς και είναι μέρη και μέλη του ατελιέ του δημιουργού, ένα είδος τεκμηρίων για το πώς σκέφτεται και γράφει, για το πώς συνθέτει, πάντα από θραύσματα και ακανόνιστες ψηφίδες, την κοσμοαντίληψή του και τους τρόπους έκφρασης αυτής ακριβώς της κοσμοαντίληψης...
Tα κείμενα της Μαύρης Άνοιξης [...] είναι αναγνώσματα καμωμένα από καταβυθίσεις στο Χθες, από περιπάτους στο Σήμερα, από παραληρήματα για το Αύριο. Είναι ελεγεία για έναν κόσμο αθωότητας που χάθηκε ανεπιστρεπτί, είναι ανησυχητικά προανακρούσματα ενός χάους που επέρχεται, είναι, συνάμα, ξεχαρβαλωμένοι ψαλμοί για την ανάγκη τού να ζεις το παρόν με όλο σου το είναι, λες και δεν υπάρχει καμία άλλη ευοίωνη διέξοδος. Κι ακόμα είναι σπαρακτικές προσπάθειες να ανακαλυφθεί ομορφιά μες στις χαίνουσες πληγές, τους οχετούς, την αθλιότητα.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Επισκεφθείτε το site του συγγραφέα.
Παρακαλώ συνδεθείτε για να στείλετε τα σχόλιά σας.
Πρωτοπρόσωπη αφήγηση, με το παραλήρημα να κάνει καλά τη δουλειά του, χωρίς να συσκοτίζει το νόημα της αφήγησης, οδηγεί στην αναγκαιότητα του παρόντος, γιατί δεν μπορούμε να περιμένουμε το μέλλον και το παρελθόν είναι νεκρό. Καταβύθιση στην αθλιότητα κι όμως, αντί να επικάθηται η βρομιά, επιπλέει το καθάριο σε μια θάλασσα εναλλαγής εικόνων παφλαστικών. Η αλητεία σε όλο της το μεγαλείο δημιουργεί.
[…] με τον Μίλερ συμβαίνει αυτό που συμβαίνει με τον Καζαντζάκη: τα κείμενά τους σου επιβάλλονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να μπορείς να τα κρίνεις μόνο με τους εσωτερικούς όρους που τα ίδια περιέχουν. Μ’ έναν ιδιότυπο τρόπο –και οπωσδήποτε καταργώντας τη συνήθη απόσταση που χωρίζει τον αναγνώστη από το κείμενο- σε αναγκάζουν να υιοθετήσεις την αφηγηματική λογική τους και, μ’ έναν μηχανισμό ταύτισης, να τα κρίνεις εκ των ένδον, με τα κριτήρια και τους όρους που αυτά αποφασίζουν πως πρέπει να χρησιμοποιήσεις. Και αυτό είναι ίδιον μόνον των μεγάλων συγγραφέων.
Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης έχει πάρει για τα καλά τον αέρα του Μίλερ. Και με πρωτότυπες και ευρηματικές λύσεις κατορθώνει να αποδώσει στα ελληνικά ένα πρωτότυπο που η τεράστια γκάμα του –από την αργκό ως τα λυρικά του αποσπάσματα και την ηθελημένα αντιγραμματική, κατά τόπους, οργάνωση του λόγου- θέτει μεγάλα προβλήματα στον μεταφραστή.